1/4/17

Έχω κι εγώ όνειρα (Του Σενέρ Λεβέντ)

ΣΕΝΕΡ ΛΕΒΕΝΤ
Παρακολουθώ ένα ντοκιμαντέρ για το Βαρώσι. Το Βαρώσι πριν το 1974 και μετά το 1974. Κάτι γίνεται μέσα μου, ματώνει η καρδιά μου.
Παρακολουθώ ένα ντοκιμαντέρ για το Βαρώσι. Το Βαρώσι πριν το 1974 και μετά το 1974. Κάτι γίνεται μέσα μου, ματώνει η καρδιά μου. Το κοιτάω όπως κοιτούσα τη Βαρσοβία, την οποία βομβάρδισε ο Χίτλερ. Πώς κατακρεούργησαν αυτή την πόλη; Πώς έδιωξαν αυτούς τους ανθρώπους από τις πεντακάθαρες λεωφόρους, από τις χρυσές αμμουδιές, από τα ωραία σπίτια;
Πώς την παρέδωσαν στα φίδια και τις σαρανταποδαρούσες; Κοιτάξτε εκείνη την πλαζ. Πώς σφύζει από ζωή. Πώς τρέχουν και παίζουν χαρούμενα τα παιδιά στην άμμο. Και οι φοινικιές. Και τα γοητευτικά πέτρινα κτήρια με κολόνες.

 Και παρά το πολύχρονο βάσανο ακόμα κάποια στέκονται όρθια. Αλλά υπάρχουν και ερείπια που βομβαρδίστηκαν και μέσα από τις στέγες τους ξεπροβάλλουν δέντρα. Δρόμοι που πριν το 1974 έσφυζαν από ζωή και μετά το 1974 είναι τελείως άδειοι.
Σε κοτζάμ μακριά λεωφόρο υπάρχει μόνο ένας γάτος. Δεν ξέρω, εσείς είδατε ποτέ ένα τέτοιο ντοκιμαντέρ; Εγώ όπου το βρω δεν το χάνω. Αν δεν το είδατε ποτέ, δέστε το τουλάχιστον μία φορά. Θα ματώσει η καρδιά σας; Να ματώσει. Εγώ δεν συγχώρεσα ποτέ και δεν συγχωρώ εκείνους που μας χάρισαν αυτή τη βαρβαρότητα τόσα χρόνια. Αν ο Τζον Κένεντι ανέβηκε στο Τείχος του Βερολίνου και είπε «Είμαι Βερολινέζος», λέω και εγώ «Είμαι Βαρωσιώτης». Θυμάμαι την τελευταία ταινία που είδα στον κινηματογράφο στο Βαρώσι, την τελευταία παραλία που πήγα, τον πωλητή σάντουιτς που έφαγα το τελευταίο μου σάντουιτς. Αυτή η πόλη είναι στη δική μου πατρίδα. Είναι σαν δικό μου κομμάτι.

Σαν την Καρπασία, σαν την Πάφο. Δεν μπορώ καν να ονειρευτώ πότε θα περπατήσω ξανά σε εκείνα τα σοκάκια. Ε εσείς που η ελπίδα σας πεθαίνει τελευταία. Ε εσείς αισιόδοξοι αδελφοί μου. Πέστε μου κάτι. Μην σωπαίνετε. Εξηγήστε μου. Πίσω από ποια συρματοπλέγματα, ποιες «απαγορευμένες περιοχές» είναι οι ωραίες μέρες;

Ε εσύ Τσαβούσογλου που κάθεσαι στο κεφάλι των δεκανέων μας. Κοιτάω το παλιό και το νέο Βαρώσι στο φόντο των τελευταίων σου ανοησιών. Οι συριγμοί των φιδιών συνοδεύουν τα λόγια σου. «Αν χαθεί αυτή η ευκαιρία, δεν θα υπάρξουν ξανά τέτοιες διαπραγματεύσεις», λες; Να μην υπάρξουν! Να ντρέπονται εκείνοι που σε παρακαλάνε για διαπραγματεύσεις! Εγώ δεν θα καθόμουν καθόλου μαζί σου στο τραπέζι πριν πάρεις το Βαρώσι από τα φίδια και το παραδώσεις στους ιδιοκτήτες του. Δεν θα καθόμουν ξανά μαζί σου στο τραπέζι ενόσω δεν σταματούσες να γιορτάζεις την 20ή Ιουλίου που είναι η μέρα που χύθηκε ποτάμι το αίμα. Τόσοι νεκροί. Τόσοι αγνοούμενοι. Τόση καταστροφή. Τόσοι πρόσφυγες. Και τώρα περιμένεις να σε ικετεύουν για τις διαπραγματεύσεις; Είναι η τελευταία ευκαιρία, λέει. Δεν θα υπάρξουν άλλες διαπραγματεύσεις, λέει. Στις διαταγές σας τσαούση μου!

Τι είπες; Οι Ελληνοκύπριοι ονειρεύονται; Μόνο οι Ελληνοκύπριοι; Και εγώ ονειρεύομαι. Αν ένα βράδυ είμαι στα σοκάκια του Βαρωσιού, ένα άλλο βράδυ μαζεύω παπαρούνες και τουλίπες. Και μάλιστα, σε πείσμα των σεβαστών οικολόγων μας, χωρίς να λαμβάνω υπόψη ότι απαγορεύεται να κόβεις τουλίπες. Σε ένα όνειρό μου είδα ότι στις 20 Ιουλίου βάζαμε λουλούδια όλοι μαζί Τούρκοι και Έλληνες στους τάφους με σταυρό και μισοφέγγαρο. Σε ένα άλλο μου όνειρο, έτρεξα από την Πάφο μέχρι το Ριζοκάρπασο και δεν συνάντησα έστω και έναν στρατιώτη, έστω και ένα τανκ, έστω και μία ταμπέλα που έγραφε «απαγορευμένη περιοχή». Στον δρόμο συνάντησα μόνο έναν τσομπάνη. «Πού είναι οι στρατιώτες;», ρώτησα. «Αποσύρθηκαν όλοι, έφυγαν», μου είπε. Ύστερα έπιασε έναν μακρόσυρτο σκοπό με τη φλογέρα του. Χόρεψα κι εγώ μαζί με τα πρόβατα.

Αχ εμείς τα γαϊδούρια. Δεν μπορέσαμε να γίνουμε άνθρωποι. Αλλιώς, μήπως θα έμενε τόσο πολύ ορφανό το καημένο το Βαρώσι; Ανοίξαμε τα οδοφράγματα, αλλά δεν μπορέσαμε να ανοίξουμε το Βαρώσι. Ξέρετε ποιοι είναι οι πιο θαρραλέοι από μας; Οι δικοινοτικές συμμορίες. Τα οδοφράγματα που άνοιξαν αυτούς ωφέλησαν πιο πολύ. Γιατί; Διότι εκείνοι τολμούν να πληρώσουν τίμημα. Μακάρι να τολμούσαν να πληρώσουν τίμημα και οι δικοινοτικές φιλειρηνικές μας οργανώσεις, όπως εκείνοι. Αντί να τρέχουν κάθε τόσο είτε στους ηγέτες είτε να πιάνουν τον δρόμο για τις Βρυξέλλες, μακάρι να πήγαιναν όλοι μαζί στις πόρτες του Βαρωσιού. Μακάρι να υπήρχαν εθελοντές και όχι επαγγελματίες ειρηνόφιλοι σε αυτό το νησί.

Αχ αγαπημένο Βαρώσι, αχ… «Η αγαπημένη μου είναι ο νεκρός στρατιώτης», λέει ο ποιητής. Και η δική μου αγαπημένη είναι και ο νεκρός στρατιώτης και το Βαρώσι. Όχι το νεκρό Βαρώσι. Το ζωντανό Βαρώσι…

Πηγή: http://politis.com.cy/article/echo-ki-ego-onira-tou-sener-levent

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.