Η αλήθεια του έπους του '40 είναι γρανιτένια στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ουδέποτε θα αλλοιωθεί στην πεμπτουσία και στην αποστολή της. Οι Έλληνες της 28ης Οκτωβρίου 1940 ορειβάτησαν στα κακοτράχαλα βουνά κι έστησαν τις σημαίες της δόξας της εποχής τους στις χιονισμένες κορυφογραμμές της Πίνδου, έχοντας απόλυτη επίγνωση του ηρωισμού της συλλογικής τους απόφασης και αντιλαμβανόμενοι τις θανατικές συνέπειες του πολέμου, που στην αιμάτινη κόλασή του ρίχνονταν. Είχαν πλήρη συνείδηση της σημασίας του τιμήματος της αντίστασης. Δεν είχαν ψευδαισθήσεις. Δεν είχαν αμφιβολίες ότι τραβούσαν στους βωμούς της εκούσιας εθνικής θυσίας. Συνέδεαν την ψυχή τους με το προγονικό παρελθόν, με το γνώριμό τους βύθισμα στους αιώνες, επικοινωνούσαν με την παμπάλαιη ψυχή των πατέρων, του Μιλτιάδη στον Μαραθώνα του 480 π.Χ., του Θεμιστοκλή στη Σαλαμίνα του 490, του Λεωνίδα στις Θερμοπύλες, του Παλαιολόγου στην Πύλη του Ρωμανού το 1453, του Κολοκοτρώνη το 1821· αντάλλαζαν τα μεγάλα μυστικά του φιλότιμου, έκαναν τον σταυρό τους κι ανηφόριζαν στα σύννεφα του χειμώνα για τις μάχες των πεπρωμένων τους.
Δεκατέσσερις μήνες ζούσαν την απειλή που λαιμόπνιγε την Ευρώπη. Άκουαν το δαιμονισμένο βουητό της λαίλαπας που σάρωνε με φωτιά, σκλαβιά και θάνατο τη μια χώρα μετά την άλλη. Άκουαν τον φασισμό και τον ναζισμό να επέρχονται σαν θεομηνία, να πνίγουν τους λαούς στο αίμα τους. Ν' ανασκάφτουν τη σάρκα της γηραιάς ηπείρου με τις ερπύστριες των τανκς. Να μετατρέπουν σε νεκροταφεία απέραντα, με τις βόμβες της Λουφτβάφε, ισχυρές χώρες. Από την 1η Σεπτεμβρίου 1939, ζούσαν οι Έλληνες στο πανδαιμόνιο των ανατριχιαστικών ουρλιαχτών των σειρήνων του ολέθρου. Κι ένιωθαν την καρδιά τους να σφίγγεται στην απειλή του χαλασμού που κατάφθανε με τα κατακτητικά βήματα των σιδερόφρακτων μεραρχιών του άξονα. Έβλεπαν πως η μαύρη αυλαία του πολέμου είχε πια τραβηχτεί. Παρακολουθούσαν το αποτρόπαιο δράμα που βύθιζε την ανθρωπότητα στην άβυσσο του τρόμου, του ξολοθρεμού, της πολυαίμακτης σφαγής. Κι όμως δεν δίστασαν. Η συνείδησή τους πήρε φωτιά από τις εμβατηριακές φλόγες του Αισχύλειου δαυλού. «Ω, παίδες Ελλήνων, ίτε, ελευθερούτε πατρίδ', ελευθερούτε δε παίδας, γυναίκας, θεών τε πατρώων έδη, θήκας τε προγόνων, νυν υπέρ πάντων αγών». Και τραγουδώντας Βρεττάκο, «στης ιστορίας το διάσελο όρθιος ο γιος πολέμαγε/ κι η μάνα κράταε τα βουνά, όρθιος να στέκει ο γιος της». Όλα άρχισαν την αυγή της Δευτέρας 28ης Οκτωβρίου στο σπίτι του Ιωάννη Μεταξά, όταν ο Ιταλός πρέσβης Γκράτσι επέδωσε στον Έλληνα Πρωθυπουργό τελεσίγραφο για ελεύθερη διάβαση του φασιστικού στρατού από το ελληνικό έδαφος. Η συνομιλία έγινε στα Γαλλικά. Ο Μεταξάς απάντησε «Alors, e' est la querre" (= πόλεμος, λοιπόν). Κατέβηκε στην Αθήνα. Σήμανε συναγερμό. Στις 30 Οκτωβρίου, ημέρα Τετάρτη, κυκλοφόρησε η εφημερίδα «Ελληνικό Μέλλον» με το πρωτοσέλιδο άρθρο του διευθυντή της Νίκου Π. Ευστρατίου, με τον τίτλο «ΟΧΙ». (Αρχείο Γιάννη Σπανού). Και το «ΟΧΙ» σφράγισε την ιστορία του κόσμου.
Οι Έλληνες σκαρφάλωναν στα κορφοβούνια. Διέσχιζαν τα διάσελα και τις χαράδρες αγκαλιά με τον θάνατο. Έβλεπαν την Παναγιά ανάμεσα στα σύννεφα να τους σκεπάζει. Νικούσαν. Εξευτέλιζαν τον φασισμό. Κι οι σύμμαχοι πανηγύριζαν πλέκοντας παιάνες «φιλελληνισμού», με επικεφαλής τον Ουίνστον Τσόρτσιλ, «οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες»! Κι ο Άγγλος υφυπουργός Πληροφοριών Χάρολντ Νίκολσον υμνούσε την Ελλάδα πως «ανέτρεψε οριστικά τις τύχες του τρομερότερου των πολέμων». Ο στρατιωτικός κριτικός λοχαγός Σίριλ Φολς έγραφε πως οι Άγγλοι ουδέποτε θα λησμονήσουν τη νέα οφειλή τους στην Ελλάδα. Η επιθεώρηση «Κάβαλκαντ» συνέκρινε τον Μαραθώνα με το '40 και ομολογούσε το νεοελληνικό επίτευγμα. Η «Κρίστιαν Σάιενς Μόνιτορ» υμνολογούσε τη σημασία των αλλεπάλληλων νικών εναντίον του άξονα. Οι Γάλλοι υπερτόνιζαν το ελληνικό παράδειγμα. Το ραδιόφωνο της Μόσχας διακήρυττε ευγνωμοσύνη στους Έλληνες.
Κι οι Έλληνες προέλαυναν στην Κορυτσά. Στο Λεσκοβίκι. Στην Πρεμετή. Στο Δέβλινο. Στο Αργυρόκαστρο. Στη Χειμάρρα. Στην Κλεισούρα. Ο δε Μουσολίνι πανικόβλητος επιζητούσε ανακωχή με παρέμβαση του Χίτλερ. (Σημειώνεται ότι ο Χίτλερ αγνοούσε ότι ο Ντούτσε διέταξε εισβολή στην Ελλάδα. Βρισκόταν στο Ιβουάρ του Βελγίου και θα μετέβαινε στη Φλωρεντία για συνάντηση με τον Ιταλό δικτάτορα κατά τη συνεννόηση Ρίμπεντροπ-Τσιάνο. Όταν ο Χίτλερ πληροφορήθηκε τα γεγονότα είπε πως «η ηλιθιότητα των συμμάχων μας αγγίζει την παραφροσύνη». Κατά την αποκάλυψη του στρατάρχη Μπαντόλιο, ο Γερμανός στρατάρχης Κάιτελ τού δήλωσε (Ίνσμπουρκ, 15 Νοεμβρίου 1940) πως αν το γνώριζε θα εμπόδιζε την επίθεση κατά της Ελλάδας. (Επιβεβαιώσεις στη δίκη της Νυρεμβέργης Ρίμπεντροπ, Γκέρινγκ). Αλλά κατά τον πρέσβη Αντώνιο Κοραντή, οι Άγγλοι απέτρεψαν μεσολάβηση Χίτλερ για τερματισμό του ελληνοϊταλικού πολέμου!
Περαιτέρω, η Αγγλία δεν ανέλαβε τις ευθύνες της (της συμφωνίας Μεταξά- Άγγλου πρέσβη 17ης Νοεμβρίου) για στρατιωτική ενίσχυση των Ελλήνων. Ήθελαν συνέχιση του πολέμου και οχύρωσή τους στην Κρήτη. Εξάλλου, το Λονδίνο αρνήθηκε μεταφορά της Ελληνικής Κυβέρνησης με τον βασιλιά στην Κύπρο, αλλά και μεταφορά 55 χιλιάδων Πελοποννησίων στρατευμένων για εκπαίδευση και μετακίνηση στη Μέση Ανατολή, γιατί οι Κύπριοι θα κήρυσσαν την ένωση με την Ελλάδα. Υπάρχει, βέβαια, και η εκτίμηση ότι το Λονδίνο ήθελε μέτωπο στην Κρήτη για να αναγκαστεί ο Χίτλερ να αποστείλει εκεί τις ταξιαρχίες αλεξιπτωτιστών που ήταν πιθανό να σταλούν στην Αγγλία… Το '40 οι Έλληνες πολέμησαν άλλη μια φορά για την ανθρωπότητα. Κι η ανθρωπότητα άλλη μια φορά πρόδωσε τους Έλληνες. Είναι μια ιστορία που επαναλαμβάνεται επί αιώνες… Το μαρτυρούν οι τετρακόσιες χιλιάδες νεκρών του πολέμου και το ένα εκατομμύριο νεκρών της κατοχής!