29/4/13

Διακομματική «επίθεση φιλίας» από τη Γερμανία

Του Αθανασιου Ελλις
Αυξήθηκε η χρηματοδότηση των ιδρυμάτων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα
 
Σε μια πολυεπίπεδη «επίθεση φιλίας» επιδίδεται το Βερολίνο μέσω της δράσης που αναπτύσσουν στην Ελλάδα ιδρύματα που πρόσκεινται στα γερμανικά κόμματα από όλο το πολιτικό φάσμα.

Η κίνηση γίνεται προκειμένου να αντιμετωπισθεί ο αυξανόμενος αντιγερμανισμός, να ξεπερασθούν τα αρνητικά στερεότυπα, και να γεφυρωθεί σταδιακά το χάσμα που έχει δημιουργηθεί ανάμεσα στις δύο χώρες. Η προσπάθεια λαμβάνει χώρα στη σκιά της ανόδου των άκρων, και κυρίως της Χρυσής Αυγής, που στη γερμανική πολιτική ηγεσία προκαλεί έντονη ανησυχία, καθώς ξυπνά μνήμες του μεσοπολέμου.

Πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή την προσπάθεια διαδραματίζουν τα ιδρύματα «Konrad Adenauer» και «Friedrich Ebert» που πρόσκεινται στα δύο μεγαλύτερα κόμματα της Γερμανίας, το Χριστιανοδημοκρατικό και το Σοσιαλδημοκρατικό αντίστοιχα. Τη δική τους συμβολή έχουν ωστόσο και τα υπόλοιπα ιδρύματα, «Hans Seidel» που πρόσκειται στους Χριστιανοκοινωνιστές, «Friedrich Naumann» (Φιλελεύθεροι), «Rosa Luxemburg» (Αριστερά), «Heinrich-Boll» (Πράσινοι), που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Παρά τις διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες, όλα τα ιδρύματα επιτελούν «εθνικό» έργο, όπως προκύπτει από το γεγονός ότι χρηματοδοτούνται από το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών.

«Είμαστε πολύ ανήσυχοι για την άνοδο της άκρας Δεξιάς στην Ελλάδα» τονίζει στην «Κ» η επικεφαλής του ιδρύματος «Adenauer», Σουζάνα Φογκτ, η οποία υπογραμμίζει την ανάγκη να υπάρξει «ισχυρή αντίσταση του ελληνικού λαού σε αυτό το επικίνδυνο ρεύμα» και διαμηνύει την πρόθεση του ιδρύματος να συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση μέσα από διάλογο με την ελληνική κοινωνία, σε εθνικό και τοπικό επίπεδο. «Η πολιτική της λιτότητας είναι κίνδυνος για τη δημοκρατία. Δεν δημιουργήθηκε η Χρυσή Αυγή λόγω της κρίσης, αλλά γιγαντώθηκε χάρη σε αυτή», επισημαίνει από την πλευρά του ο επικεφαλής του ιδρύματος «Ebert», Χρήστος Κατσιούλης, ο οποίος προσθέτει ότι «υπάρχει μεγάλη ευαισθησία στη γερμανική κοινή γνώμη για τη συγκεκριμένη εξέλιξη καθώς θυμίζει τις δεκαετίες του ’20 και του ’30». Παράλληλα, διαπιστώνει ότι οι δύο λαοί έχουν διαφορετικές μνήμες: «Οι Γερμανοί βλέπουν την ιστορία από τη δεκαετία του ’60, ενώ οι Ελληνες από τη δεκαετία του ’40».

Καθώς η Ελλάδα έχει εξελιχθεί σε μείζον ζήτημα, ακόμη και της εσωτερικής πολιτικής στη Γερμανία, η Αγκελα Μέρκελ αύξησε τη χρηματοδότηση όλων των ιδρυμάτων, ανεξαρτήτως ιδεολογίας, με απώτερο στόχο να δημιουργηθούν δίαυλοι επικοινωνίας και να ανατραπούν τα εκατέρωθεν αρνητικά στερεότυπα που δυσχεραίνουν τη συνεργασία σε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων. Στόχος όλων μας, τονίζει η κ. Φογκτ, είναι «να ενδυναμώσουμε τον διάλογο στα κρίσιμα πολιτικά ζητήματα εντός της Ελλάδας, όπως και ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γερμανία αλλά και τους άλλους εταίρους». Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου επαφές μεταξύ βουλευτών των δύο χωρών.

Ο κ. Κατσιούλης χαρακτηρίζει μείζον πρόβλημα τις προκαταλήψεις που υπάρχουν στη Γερμανία για την Ελλάδα οι οποίες είναι πολύ βαθιές και για να αλλάξουν απαιτείται πολλή δουλειά, ενώ εκφράζοντας τη σοσιαλδημοκρατική προσέγγιση, υπογραμμίζει: «Προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο του αντιγερμανισμού με διάλογο, εξηγώντας στην ελληνική κοινή γνώμη ότι δεν υπάρχουν μόνον η Μέρκελ και ο Σόιμπλε, αλλά και μια άλλη Γερμανία που πιστεύει περισσότερο στην αλληλεγγύη». Σημειώνει το όφελος της συνδιοργάνωσης συνεδρίων και εκδηλώσεων με ελληνικούς φορείς καθώς, όπως λέει, οι τελευταίοι γνωρίζουν καλύτερα την ελληνική πραγματικότητα. Βέβαια, υπάρχουν και οι περιπτώσεις όπου φορείς ή συνδικαλιστικές οργανώσεις αποφεύγουν να συνεργαστούν ή να συνδιοργανώσουν εκδηλώσεις με γερμανικά ιδρύματα ώστε να μην ταυτιστούν με αυτά και κατ’ επέκταση με τα μέτρα λιτότητας. Διαπιστώνει έναν δισταγμό στον ακαδημαϊκό, και περισσότερο στον συνδικαλιστικό χώρο, έναντι των διάφορων γερμανικών πρωτοβουλιών, αλλά σπεύδει να συμπληρώσει ότι «είναι πρόθυμοι να ακούσουν».

Γερμανικά ιδρύματα στην Ελλάδα Το Ιδρυμα Konrad Adenauer, το οποίο πρόσκειται στο Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU), κινείται στον ιδεολογικό χώρο της Νέας Δημοκρατίας και συνεργάζεται με το Ιδρυμα Κωνσταντίνος Καραμανλής. Εγκαινίασε επίσημα τη λειτουργία του στην Αθήνα τον περασμένο Δεκέμβριο, σε εκδήλωση όπου κύριος ομιλητής ήταν ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, ενώ έχει επαφές με το ΕΛΙΑΜΕΠ, το ΙΟΒΕ και άλλους φορείς. Ιδρύθηκε το 1955 ως «Κοινωνία Χριστιανοδημοκρατικής Εκπαίδευσης» και μετονομάστηκε σε «Αντενάουερ» το 1964.

Το Ιδρυμα Friedrich Ebert των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) ιδρύθηκε το 1925 και είναι το παλαιότερο ίδρυμα που συνδέεται με πολιτικό κόμμα στη Γερμανία. Επανήλθε στην Αθήνα την περασμένη άνοιξη, αναπτύσσει σχέσεις με «προοδευτικές δυνάμεις» και έχει συνεργαστεί, μεταξύ άλλων, με ελληνικά ιδρύματα όπως το ΕΛΙΑΜΕΠ και το ΙΣΤΑΜΕ.

Το Ιδρυμα Hans Seidel, που πρόσκειται στην CSU (Χριστιανοκοινωνιστές, συντηρητικό αδελφό κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών στη Βαυαρία), ιδρύθηκε το 1966. Θα ανοίξει επίσημα το δικό του παράρτημα στην Αθήνα στις 13 Μαΐου, σε εκδήλωση που θα διοργανωθεί από κοινού με το Ιδρυμα Καραμανλή και θα έχει κύριο ομιλητή τον κ. Σαμαρά.

Το Ιδρυμα Rosa Luxemburg, που πρόσκειται στην Αριστερά (Linke), ιδρύθηκε το 1990 και άρχισε να λειτουργεί στην Ελλάδα τον περασμένο Οκτώβριο, την ημέρα που η Αγκελα Μέρκελ επισκέφθηκε την Αθήνα. Δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον χώρο του συνδικαλισμού και της κοινωνικής αλληλεγγύης.

Το Ιδρυμα Heinrich-Boll πρόσκειται στο Κόμμα των Πρασίνων. Ιδρύθηκε το 1987 και έκανε μια «νέα αρχή» το 1997. Επικεντρώνεται στην οικολογία και στα ανθρώπινα δικαιώματα.

Το Ιδρυμα Friedrich Naumann, που πρόσκειται στο κόμμα των Φιλελευθέρων (FDP), ιδρύθηκε το 1958 και προβάλλει τις ιδέες του φιλελευθερισμού.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.