7/3/13

Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδος – Τουρκίας: Ψευδαισθήσεων Συνέχεια…

Του Ιωάννη Σ. Λάμπρου*
Το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδος – Τουρκίας της 4ης Μαρτίου παρουσίασε, για άλλη μια φορά, το γνώριμο πλέον σκηνικό, το οποίο διέπει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, τις τελευταίες δεκαετίες. Δηλώσεις περί κοινών στοιχείων στην κουλτούρα, ανάγκης άρσης παρεξηγήσεων, παραπληροφόρησης και προκαταλήψεων (συνέντευξη Τ. Ερντογάν στην κρατική τηλεόραση), δημιουργίας αμοιβαίων συμφερόντων, τα οποία φέρνουν τους πολίτες μας πιο κοντά (Α. Σαμαράς)  αποτελούν τη μόνιμη επωδό σε τέτοιου είδους συναντήσεις.
Είναι αλήθεια πως ο  Έλληνας πρωθυπουργός, με την παρουσία του και τις αναφορές του για την ανάγκη σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου, της εθνικής κυριαρχίας και τη σημασία του κοινοτικού κεκτημένου στο Κυπριακό, φάνηκε πιο μετρημένος σε σχέση με τον Γ. Παπανδρέου,  τρία χρόνια πριν, στη σύγκληση του πρώτου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας.
Δυστυχώς, αυτό δεν αλλάζει τη γενικότερη εικόνα, που απορρέει…
Το κλίμα δε, ήταν ακόμα πιο ευχάριστο, στις τελευταίες συναντήσεις των Υπουργών Εξωτερικών Ελλάδος και Τουρκίας, στην Αθήνα, τον περασμένο Οκτώβριο και στην Κωνσταντινούπολη,  λίγες ημέρες πριν τη σύγκληση του Ανώτατου Συμβουλίου, συναντήσεις στις οποίες κυριάρχησαν τα χαμόγελα, η καλή διάθεση, η ανάγκη να ξεπεραστεί το παρελθόν, για να εγκαινιαστεί μια νέα περίοδος, η σημασία κοινού οράματος για το μέλλον και η  ανάγκη γνωριμίας των δύο λαών. Το σκεπτικό, πίσω από τις συνεχείς συναντήσεις και τα κατά καιρούς Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, είναι ότι οι διμερείς διαφορές είναι αποτέλεσμα παρεξηγήσεων και ότι με αλλαγή ψυχολογίας, καλύτερη επικοινωνία και περισσότερες συναντήσεις (πόσες πια;) θα αρθούν οι «τεχνητές διαφορές», οι οποίες εμποδίζουν τους δύο λαούς να ζήσουν μαζί…
 Η εν λόγω προσέγγιση περικλείει τον κίνδυνο να υποβαθμιστούν οι εκ διαμέτρου αντίθετες στοχεύσεις Αθηνών - Άγκυρας σε απλά προβλήματα παρανόησης,  τα οποία θα λυθούν, μόλις δοθούν οι κατάλληλες εξηγήσεις και αρθούν τα «στερεότυπα και οι προκαταλήψεις». Ο τουρκικός αναθεωρητισμός είναι δομικός, συστατικό στοιχείο του τουρκικού κράτους. Δεν κατευνάζεται με διάλογο, αλλά ανακόπτεται με αποτρεπτική στρατιωτική ισχύ. Τι μήνυμα εκπέμπει η Αθήνα προς τους συμμάχους, όταν χαριεντίζεται σε Ανώτατα Συμβούλια με την Τουρκία, για την αναθεωρητική πολιτική της οποίας παραπονείται διεθνώς; Ποια είναι η επίπτωση στο φρόνημα των Ελλήνων της Κύπρου, όταν υποβαθμίζεται το Κυπριακό σε μια απλή ευχολογική αναφορά και θεωρείται ένα δυσάρεστο πρόσκομμα στην περαιτέρω σύσφιγξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων; Διάλογος και, μάλιστα, αναβαθμισμένος υπό την μορφή του Ανώτατου Συμβουλίου στέλνει λάθος μηνύματα στην ελλαδική κοινωνία, προκαλεί σύγχυση και απονευρώνει το φρόνημα των Ελλήνων, το αναγκαίο όσο ποτέ άλλοτε στη μεταπολιτευτική ιστορία του τόπου. 
Διάλογος με την Τουρκία θα μπορούσε να λάβει χώρα, αν υπήρχαν απτές αποδείξεις για μεταστροφή της τουρκικής στάσης, κατά προτίμηση στο περιθώριο Συνόδων Κορυφής του ΟΗΕ ή του ΝΑΤΟ και όχι με τη σύγκληση Ανώτατου Συμβουλίου, κίνηση η οποία γεννά ψεύτικες προσδοκίες και χαλαρώνει τις αντιστάσεις. Τα γεγονότα, αντίθετα, δείχνουν ένταση της αναθεωρητικής τουρκικής ρητορικής.  Οι συνεχείς δε συναντήσεις, παρέχουν άλλοθι στην επεκτατική πολιτική της γείτονος, προσφέροντας βήμα για επιπλέον διεκδικήσεις…
Ίσως, στο μυαλό κάποιων ο διάλογος είναι ο καλύτερος τρόπος να εξορκίσουν το στοιχείο της ισχύος από τις σχέσεις των δύο κρατών. Ο διάλογος, σύμφωνα με αυτήν την «ειρηνόφιλη», «πολιτισμένη» και «δημοκρατική» προσέγγιση, συνοδευόμενος με κάθε είδους εκδηλώσεις γνωριμίας των δύο λαών (χοροί, τραγούδια, επιστημονικά σεμινάρια, ανταλλαγές φοιτητών) αποτελεί τον πιο ενδεδειγμένο τρόπο  εξοβελισμού της στρατιωτικής παραμέτρου και της συνεπαγόμενης «αποστρατιωτικοποίησης» των σχέσεων των δύο χωρών.
Ο διακρατικός διάλογος δεν λαμβάνει χώρα στο κενό, αλλά καθορίζεται από τον συσχετισμό ισχύος των συμμετεχόντων κρατών. Δεν είναι διαγωνισμός επιχειρημάτων και δεν αποτελεί υποκατάστατο της ισχύος. Αντίθετα, η ισχύς καθορίζει το πλαίσιο του διαλόγου. Η παρούσα αδυναμία του ελλαδικού κράτους έλκει την Τουρκία σαν μαγνήτης… Από αυτή την άποψη, η συμφωνία με τη γαλλική κυβέρνηση για την εκμίσθωση φρεγατών και αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας κρίνεται απόλυτα σωστή. Η εν λόγω συμφωνία, σε συνδυασμό με την επίλυση του ζητήματος των τεσσάρων υποβρυχίων τύπου 214 και τη συν τω χρόνω λήψη απόφασης για την αγορά νέου μαχητικού αεροσκάφους, θα αυξήσουν σημαντικά την αποτρεπτική ικανότητα των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων,  καθιστώντας τον διάλογο με τη γείτονα πιο ασφαλή επιλογή…
*Ο Ιωάννης Λάμπρου είναι διεθνολόγος - πολιτικός επιστήμονας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.