Φιόντορ Λουκιάνοφ, Ροσίσκαγια Γκαζέτα 
Πριν από δέκα χρόνια, οι ΗΠΑ την μεγάλης κλίμακας στρατιωτική επιχείρηση κατά του Ιράκ, χωρίς την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Η επέμβαση, η οποία ξεκίνησε με σκοπό να αποδείξει την ικανότητα της Αμερικής να ελέγξει τις παγκόσμιες εξελίξεις, και όταν χρειαστεί να αλλάζει την πορεία τους, οδήγησε στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα.
Σκοτώθηκαν χιλιάδες αμερικανοί και όχι στις στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά την εισβολή, αλλά στη μετά, στα χρόνια της «εθνικής ανοικοδόμησης», όπως ονόμασαν τα χρόνια που ακολούθησαν τον πόλεμο, έως σήμερα. Στο μεταξύ, για το λαό του Ιράκ, οι ανθρώπινες απώλειες είναι βαρύτατες, και υπολογίζονται σε δεκάδες χιλιάδες. Ταυτόχρονα, η ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν είχε σαν αποτέλεσμα μια ανατροπή των διεθνών σχέσεων. Ετσι, σήμερα, τη μεγαλύτερη επιρροή στη Βαγδάτη, την έχει το Ιράν, ο χειρότερος εχθρός των Ηνωμένων Πολιτειών.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια που ξοδεύτηκαν στο Ιράκ, επιδείνωσαν την ήδη βεβαρυμμένη οικονομική κατάσταση των ΗΠΑ. Η αξιοπιστία της Αμερικής υπονομεύθηκε, ανεξάρτητα από το αν είπαν συνειδητά ψέματα οι αξιωματούχοι της για την υποτιθέμενη κατοχή πυρηνικών όπλων από τον Χουσεΐν, ή αν πίστευαν ειλικρινά σε αυτό, γιατί ήθελαν να το πιστέψουν. Όσον αφορά στη μη διάδοση των όπλων μαζικής καταστροφής, επίσης υπήρξε το αντίθετο αποτέλεσμα. Όσοι είχαν απλά σκεφτεί για τη δημιουργία τους, πείστηκαν ότι πρέπει να βιαστούν για να τα αποκτήσουν. Η περίπτωση του Ιράκ, φαίνεται ότι έπεισε πολλούς, πως μόνον η «βόμβα» είναι δυνατόν να εγγυηθεί σε κάποιον ότι δεν θα τελειώσει η ζωή του του στην αγχόνη, όπως τελείωσε του Σαντάμ.
Ο “εκδημοκρατισμός” της Μέσης Ανατολής, που ξεκίνησε απ’ το Ιράκ δια της βίας, και αργότερα έγινε η αυθόρμητη «αραβική άνοιξη», δεν γεννά αισιοδοξία. Τα νέα καθεστώτα, στηριζόμενα στις διαθέσεις της πλειοψηφίας, συντονίζονται μάλλον σε αντι-δυτικό τόνο. Όλα αυτά είναι γενικά αποδεκτά και δεν αμφισβητούνται ούτε καν από εκείνους που πριν από 10 χρόνια χαιρέτιζαν την απελευθέρωση από «τον πιο στυγνό δικτάτορα του κόσμου».
Το Ιράκ “γέννησε” τον Ομπάμα
Αλλά, ας κοιτάξουμε τον πόλεμο το 2003 από μια άλλη πλευρά: Σε τι ωφέλησε τελικά το παγκόσμιο σύστημα; Πρώτα απ' όλα, επέφερε ένα πλήγμα στην αλαζονεία των ΗΠΑ. Στην Αμερική, που στις παραμονές του πολέμου στο Ιράκ ζούσαν με τον απόηχο του σοκ από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, και στη συνέχεια με τη λογική της “εκστρατείας κατά του κακού”, άρχισαν στα σοβαρά να συζητούν για την παγκόσμια αυτοκρατορία. Η συγκρατημένη πολιτική του Ομπάμα (σχετικά συγκρατημένη, αλλά ασυνήθιστη για αμερικανό πρόεδρο), είναι ο καρπός της κατανόησης της εμπειρίας του Ιράκ.
Ο πόλεμος στο Ιράκ επανέφερε στη διεθνή πολιτική σκηνή το Συμβούλιο Ασφαλείας (ΣΑ) του ΟΗΕ. Όταν οι ΗΠΑ αποφάσισαν ότι δεν χρειάζεται η κύρωση του ανώτατου διεθνούς οργάνου, φάνηκε ότι με αυτή την εξέλιξη ο πολιτικός ρόλος του ΟΗΕ τελείωσε. Από δω και στο εξής, οι ισχυροί του κόσμου και οι χώρες με μεγάλη «αυτοπεποίθηση», απλά δεν θα δίνουν καμία προσοχή στον Οργανισμό.
Σύντομα όμως, ξεκαθαρίστηκε ότι η έλλειψη νομιμότητας στη διεθνή πολιτική, την οποία παρέχει μόνο το ΣΑ, μπορεί να αποβεί ένας σχεδόν ανυπέρβλητος παράγοντας. Μπορεί να στρατολογήσετε έναν «συνασπισμό κρατών – εθελοντών», αντί του ΝΑΤΟ, όπως έπραξε ο τότε υπουργός Άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ, αλλά το νομικό κενό παραλύει τις οποιεσδήποτε ενέργειες. Χωρίς την επίσημη έγκριση του εξουσιοδοτημένου φορέα, του ΣΑ, είναι εύκολο να ανατραπεί στρατιωτικά ένα καθεστώς, αλλά δεν μπορεί να κτιστεί τίποτα το σταθερό, και πολύ περισσότερο να λειτουργήσει. Ήδη κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Μπους του νεώτερου, η Ουάσιγκτον αναγκάστηκε να επανεξετάσει τη στάση της απέναντι στον ΟΗΕ, τον οποίο θεωρούσε αχρείαστο βάρος.
Η Ρωσία Τώρα