26/11/12

«Ανταλλαγή …Τον πόνο αυτό να μην τον ξαναζήσουμε» λέει στο ΑΜΠΕ ο γενικός γραμματέας του Ιδρύματος Ανταλλαγέντων της Συμφωνίας της Λοζάννης Σεφέρ Γκιουβέντς

Όταν τον ρωτούν από πού κατάγεται, αβίαστα απαντά: «Από τη Θεσσαλονίκη». Και πώς αλλιώς θα μπορούσε να αισθάνεται ο Σεφέρ Γκιουβέντς, οι γονείς του οποίου έφυγαν με την ανταλλαγή των πληθυσμών, το 1923, από τη Νέα Απολλωνία για να πάνε στην Τουρκία.    Σήμερα, με την ιδιότητα του γενικού γραμματέα του Ιδρύματος Ανταλλαγέντων της Συμφωνίας της Λοζάνης (Foundation of Lausanne Treaty Emigrants), ο Σεφέρ Γκιουβέντς ήρθε από την Κωνσταντινούπολη στη Θεσσαλονίκη, προσκεκλημένος στο συνέδριο «Θεσσαλονίκη, πρωτεύουσα των προσφύγων», όπου και μίλησε.    Το συνέδριο διοργάνωσε το Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, από τις 23 έως τις 25 Νοεμβρίου, στην Καλαμαριά.
   «Ανταλλαγή …Αυτόν τον πόνο να μην τον ξαναζήσουμε» τόνισε ο Σεφέρ Γκιουβέντς, ο οποίος μαζί με άλλα παιδιά και εγγόνια αυτών που έζησαν την ανταλλαγή, συνέλαβαν την ιδέα της σύστασης του «Ιδρύματος Ανταλλαγέντων της Λοζάννης», που νομιμοποιήθηκε το 2001.

   «Ξεκινήσαμε την υλοποίηση της ιδέας μας, ονομάζοντάς την 'Τα παιδιά της μεγάλης ανταλλαγής', εμφορούμενοι από τη θερμή ατμόσφαιρα φιλίας και αλληλεγγύης που δημιουργήθηκε ανάμεσα στον ελληνικό και τον τουρκικό λαό μετά τους καταστροφικούς σεισμούς της 17ης Αυγούστου και της 7ης Σεπτεμβρίου 1999» θυμάται ο Σεφέρ Γκιουβέντς.

   «Στην πρώτη μας συγκέντρωση στην Άγκυρα, το 2000, συμμετείχαν μόλις 23 άτομα-μέλη, που σε ένα χρόνο έγιναν 65» συμπληρώνει.

   Ο νέος αυτός φορέας, προηγούμενο του οποίου δεν υπήρχε στη γειτονική μας χώρα, λειτουργεί όλα αυτά τα χρόνια ως μέσο επαφής των ανταλλαγέντων και αναπτύσσει αξιόλογη δράση, σε όλη την Τουρκία, για τη διάσωση της πολιτιστικής κληρονομιάς των ανθρώπων αυτών. Εξαίρεση αποτέλεσε η σύντομη πολιτική και κοινωνική δράση ορισμένων βραχύβιων προσφυγικών σωματείων, στα τέλη της δεκαετίας του 1920 και η δημιουργία κάποιων τοπικών συλλόγων (με κριτήριο την πόλη προέλευσης), στη Σμύρνη, τη Μερσίνη και αλλού, όπου υπήρχε σημαντικός πληθυσμός ανταλλαγέντων.

   Όλα αυτά τα χρόνια, το θέμα της διάσωσης της πολιτιστικής κληρονομιάς των μουσουλμάνων ανταλλαγέντων δεν απασχόλησε παρά μόνο ελάχιστους πανεπιστημιακούς. «Πριν από το Ίδρυμα δεν υπήρχε καμία απόπειρα για δημιουργία τέτοιας οργάνωσης» επισημαίνει ο κ. Γκιουβέντς και προσθέτει: «Το Ίδρυμά μας ενώνει όλους τους ανταλλαγέντες. Σήμερα, σε όλη την Τουρκία, υπάρχουν 20 συνεργαζόμενοι φορείς, μόνο που σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα, όλες μας οι δράσεις στηρίζονται αποκλειστικά στις οικονομικές συνεισφορές των μελών και των φίλων μας».

   Συναισθανόμενοι την ανάγκη διάσωσης αυτής της κληρονομιάς, τα ιδρυτικά μέλη του Ιδρύματος πιστεύουν ότι αποτελεί καθήκον τους να προωθήσουν την έρευνα που αφορά την πρόσφατη ιστορία και να συμβάλουν, όπως τονίζει ο κ. Γκιουβέντς, στη διάσωση των ιδιαίτερων πολιτιστικών αξιών των ανταλλαγέντων.

   «Η σημαντική πολιτιστική κληρονομιά, της οποίας ήταν φορείς οι μουσουλμάνοι ανταλλαγέντες, ουσιαστικά αγνοήθηκε, παρόλο που συνέβαλε ενεργά, χάρη στις αξίες και τις μνήμες που μετέφερε, στη διαμόρφωση της σημερινής πολιτιστικής μας ταυτότητας» λέει χαρακτηριστικά.

   Ταραγμένη περίοδος
   Η περίοδος από το 1912 έως το 1922 και οι αλλεπάλληλοι πόλεμοι, που συσσώρευσαν μεγάλα δεινά, είναι σίγουρα μία από τις πιο ταραγμένες περιόδους στην ιστορία των Βαλκανίων. Για την ιστορία να αναφέρουμε, ότι η Συνδιάσκεψη Ειρήνης της Λοζάννης, η οποία συγκλήθηκε για να διευθετήσει το ζήτημα των προσφύγων και των αιχμαλώτων πολέμου, κατέληξε στην πρώτη στην ιστορία υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών.

   Υπολογίζεται, ότι πάνω από δύο εκατομμύρια άνθρωποι, Έλληνες χριστιανοί της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης, όπως και μουσουλμάνοι της ηπειρωτικής Ελλάδας και των νησιών του Αιγαίου, ξεριζώθηκαν αμετάκλητα από τις πατρογονικές τους εστίες και μεταφέρθηκαν σε μια άγνωστή τους, συχνά έως τότε, νέα πατρίδα. Από την ανταλλαγή αυτή εξαιρέθηκαν οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης και οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης. Η σύμβαση περί «Ανταλλαγής των Πληθυσμών» υπεγράφη στη Λοζάννη, στις 30 Ιανουαρίου του 1923.

   Το 1912, με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, οι υψηλόβαθμοι μουσουλμάνοι έφυγαν από την πόλη, αναφέρει ο κ. Γκιουβέντς, ενώ όσοι έμειναν έζησαν ως μειονότητα.

   «Με την υπογραφή της συνθήκης, μαζικά πλέον, οι Τούρκοι από την περιοχή του Νέστου εγκατέλειψαν τα σπίτια τους, όπου εγκαταστάθηκαν Έλληνες της Μικράς Ασίας, του Πόντου, της Ανατολικής Θράκης. Σε πολλές περιπτώσεις μοιράστηκαν τα ίδια σπίτια» σημειώνει και προσθέτει: «Το ίδρυμά μας, έχει κάνει πολλές συνεντεύξεις με πρόσφυγες στην Τουρκία και όλοι μιλούν θετικά για τα χρόνια που έζησαν εδώ».

   Το παράδοξο, με μία πρώτη ματιά, είναι ότι οι περισσότεροι από τους μουσουλμάνους που έφυγαν στην Τουρκία, δήλωναν ως τόπο καταγωγής τη Θεσσαλονίκη. Υπάρχει, όμως, εξήγηση: «Αν και πολλοί ήταν από την Καβάλα, τις Σέρρες, τη Βέροια, τη Δράμα, το Λαγκαδά, τη Φλώρινα, την Κοζάνη, την Ήπειρο και άλλες πόλεις και χωριά της Β. Ελλάδας, αρέσκονταν οι περισσότεροι να δηλώνουν Θεσσαλονικείς, καθώς από εδώ καταγόταν ο Μουσταφά Κεμάλ, γεγονός που πίστευαν ότι θα συνέβαλε και στο να έχουν καλύτερη μεταχείριση στην Τουρκία» λέει χαρακτηριστικά ο κ. Γκιουβέντς.

    Στόχοι του Ιδρύματος    Το Ίδρυμα Ανταλλαγέντων της Λοζάννης, υιοθετώντας την ευρεία ερμηνεία του όρου «ανταλλαγέντες», συμπεριλαμβάνει όλους όσοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν, ως πρόσφυγες ή ανταλλαγμένοι, τις πατρογονικές τους εστίες μετά τις 18 Οκτωβρίου του 1912, χωρίς να αγνοεί καμία από τις δύο όψεις της τραγωδίας της «Ανταλλαγής».

   «Καταδικάζουμε κάθε μορφή πολέμου και θέτουμε, ως μοναδικό στόχο, την εδραίωση ενός πολιτισμού ειρήνης στο Αιγαίο και στον κόσμο» σημειώνεται στους στόχους του Ιδρύματος. Απαραίτητη προϋπόθεση για την εδραίωση της ειρήνης στην περιοχή, θεωρείται η δημιουργία αποτελεσματικότερων διαύλων επικοινωνίας και η στενότερη συνεργασία ανάμεσα στους λαούς της Ελλάδας και της Τουρκίας.

   «Πιστεύομε ότι μπορούμε, ως Ίδρυμα, να ασκούμε πίεση προς όφελος της ειρήνης. Οι οδυνηρές μνήμες από την τραγωδία του ξεριζωμού εναποθέτουν στους ώμους των απογόνων των ανταλλαγμένων και στις δύο όχθες του Αιγαίου τη βαριά ευθύνη να συμβάλλουν ενεργά, μέσα από τη δημιουργία δεσμών αγάπης, φιλίας και αλληλεγγύης, στην εδραίωση ενός πολιτισμού ειρήνης στις χώρες τους» τονίζει ο κ. Γκιουβέντς.

   Στο πλαίσιο αυτό, το Ίδρυμα επικεντρώνει τις δράσεις του στη διάσωση και την ανάδειξη του λαϊκού πολιτισμού και της ευρύτερης πολιτιστικής κληρονομιάς τον ανταλλαγέντων, διεξάγει μελέτες με αντικείμενο τη διερεύνηση της ιστορικής περιόδου της «Ανταλλαγής» ενώ προωθεί ενεργά την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς που άφησαν πίσω τους οι ανταλλαγμένοι.

   «Θεωρούμε επιβεβλημένο να εφιστούμε την προσοχή των Αρχών της Ελλάδας και της Τουρκίας στην ανάγκη διάσωσης της αγνοημένης και παραμελημένης, έως τώρα, κληρονομιάς που άφησαν πίσω τους οι ανταλλαγμένοι, η οποία αποτελεί για μας αναπόσπαστο τμήμα της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς» σημειώνει ο κ. Γκιουβέντς.

   Στόχος σταθερός είναι και η ενθάρρυνση της δημιουργίας δεσμών αγάπης, φιλίας και συνεργασίας μεταξύ του ελληνικού και του τουρκικού λαού, για την εδραίωση ενός «Πολιτισμού Ειρήνης,», αλλά και η αλληλεγγύη και αλληλοβοήθεια, σε κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο, ανάμεσα στους ανταλλαγμένους της πρώτης γενεάς με τις επόμενες γενεές.

   Ο Σεφέρ Γκιουβέντς εστιάζει την προσοχή μας στο γεγονός, ότι το Ίδρυμα Ανταλλαγέντων της Λοζάννης διαφέρει από τα ελληνικά προσφυγικά σωματεία, ως προς το χαρακτήρα και τους στόχους, καθώς η ιδιότητα του μέλους δεν περιορίζεται σε μία συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, αλλά περιλαμβάνει όλους τους ανταλλαγέντες. Έτσι, από τα 23 ιδρυτικά του μέλη, πέντε κατάγονται από την Κρήτη, τέσσερα από τον Λαγκαδά, τρία από τη Θεσσαλονίκη, τρία από τη Δράμα, δύο από τα Ιωάννινα, δύο από την Πτολεμαΐδα, ένα από την Έδεσσα, ένα από τη Βέροια και ένα από τα Γρεβενά. Το 78%, εξ αυτών, κατάγεται από την Ηπειρωτική Ελλάδα και το 5% από την Κρήτη.

   Τα περισσότερα μέλη του Ιδρύματος είναι συγκεντρωμένα στην Κωνσταντινούπολη, ενώ άλλοι ζουν στην Προύσα, τη Σμύρνη και την Άγκυρα.

   Όσον αφορά την αντιπροσώπευση των διαφόρων γενεών, τρία από τα ιδρυτικά μέλη ανήκουν στην πρώτη γενεά και είναι γεννημένα στην Ελλάδα, 18 ανήκουν στη δεύτερη γενεά και τρία ανήκουν στην τρίτη γενεά. Το 57% των ιδρυτικών μελών είναι άνδρες και το 43% γυναίκες, ενώ το 91% έχουν πτυχίο ανώτατων σπουδών και το υπόλοιπο 9% απολυτήριο Γυμνασίου. «Όλα τα μέλη μας, γυναίκες και άνδρες, συμμετέχουν ενεργά στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας και είναι αφοσιωμένα στις αρχές της δημοκρατίας και στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» τονίζει ο κ. Γκιουβέντς.

   Το Ίδρυμα έχει συνολικά 65 μέλη και καθώς η τουρκική νομοθεσία περί ιδρυμάτων (Vakıf) απαγορεύει την είσοδος νέων μελών σε αυτά, ένας μεγάλος αριθμός ατόμων προσφυγικής καταγωγής άρχισαν να διοργανώνονται, με τη βοήθεια του Ιδρύματος, σε συλλόγους με κοινούς με αυτό στόχους.

   Αξιόλογες δράσεις
   Για τη συλλογή και τεκμηρίωση της προφορικής ιστορίας, της μουσικής και λαογραφικής παράδοσης της περιόδου της «Ανταλλαγής», το Ίδρυμα συνεργάζεται με πανεπιστημιακά ιδρύματα, οργανώσεις και ειδικευμένους ερευνητές. Αναλαμβάνει, επίσης, την απογραφή όλων των σημαντικών, από ιστορική και πολιτιστική άποψη, μνημείων που άφησαν πίσω τους και στις δύο χώρες οι ανταλλαγμένοι, εργάζεται για να εξασφαλίσει την προστασία, την αποκατάσταση και την συντήρηση τους, ευαισθητοποιώντας τον ελληνικό και τον τουρκικό λαό. Για την εκπλήρωση αυτού του σκοπού συνεργάζεται με ειδικευμένες πανεπιστημιακές σχολές, διεθνείς οργανισμούς όπως η ΕΕ, η ΟΥΝΕΣΚΟ, το ΙCOMOS, και άλλους σχετικούς κυβερνητικούς και μη κυβερνητικούς οργανισμούς.

   Στο πλαίσιο του σχεδίου «Ευαισθητοποίησης σε Τοπικό Επίπεδο για την Αρχιτεκτονική Κληρονομιά που παρέμεινε μετά την Ανταλλαγή των Πληθυσμών στην Ελλάδα και την Τουρκία» πραγματοποιήθηκαν συναντήσεις εργασίας, στη Σινασσό και στο Ρέθυμνο της Κρήτης, όπου επιστήμονες από τις δύο χώρες εξέθεσαν τις απόψεις τους για τη σημερινή κατάσταση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς που άφησαν πίσω τους οι ανταλλαγμένοι, και πρότειναν πρότυπα και μεθόδους συντήρησης και αποκατάστασής τους.

   Το Ίδρυμα έχει μεριμνήσει και για τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας και για όσους επιθυμούν να εγγραφούν στα μαθήματα λειτουργούν τμήματα για αρχάριους και προχωρημένους.

   Η χορωδία του Ιδρύματος, που ερμηνεύει τραγούδια στην ελληνική και την τουρκική, έχει δώσει συναυλίες στην Καβάλα, στην Έδεσα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, ενώ ο Σεφέρ Γκιουβέντς ελπίζει πως σύντομα θα έρθει και στη Θεσσαλονίκη.

   Ανταμώνουν οι Ανταλλαγέντες
   Όταν οι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν από κοντά ο ένας τον άλλο και να μοιρασθούν τα κοινά τους βιώματα, οι δεσμοί τους γίνονται πιο στενοί. Με αυτό το σκεπτικό, το Ίδρυμα διοργανώνει επισκέψεις στις πατρίδες των γονιών τους, που όπως λέει ο κ. Γκιουβέντς «δεν μας προσφέρει μόνο τη δυνατότητα να ξαναβαδίσομε στα χνάρια της πολιτισμικής μας καταγωγής αλλά και την ευκαιρία να συναντηθούμε με τους ανταλλαγέντες της 'άλλης όχθης'. Οι ειλικρινείς και εγκάρδιες αυτές συναντήσεις, αποτελούν συχνά έναυσμα για κοινά σχέδια συνεργασίας στους τομείς που μας ενδιαφέρουν».

   Το πρώτο αντάμωμα του Ιδρύματος έγινε στην Κωνσταντινούπολη, στις 30 Ιανουαρίου του 2000, με την ευκαιρία της 77ης επετείου της Ανταλλαγής. Πλάι στους ανταλλαγέντες της πρώτης γενιάς, που είχαν γεννηθεί στην Ελλάδα, παρευρέθηκαν πολυάριθμοι δήμαρχοι, καλλιτέχνες, διανοούμενοι και Έλληνες προσκεκλημένοι.

   Ακολούθησαν οι επισκέψεις στις «Χαμένες Πατρίδες», με πρώτη τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, στη Θεσσαλονίκη. Αναζήτησαν, επίσης, τα βήματα και τις μνήμες των ανταλλαγέντων στην Καβάλα και τη Χρυσούπολη, τη Δράμα, τις Σέρρες, την Κατερίνη, τη Βέροια, το Λαγκαδά, τα Γρεβενά, τα Γιάννενα, αλλά και την Κρήτη. Οι εκδρομές αυτές συνεχίζονται μέχρι σήμερα.

   Προκειμένου να ενισχύσει τους δεσμούς φιλίας και αγάπης μεταξύ των ανταλλαγέντων, το Ίδρυμα συνεργάζεται με τις τοπικές αυτοδιοικήσεις για την ενδεχόμενη αδελφοποίηση των οικισμών, όπου κατοικούν σήμερα ανταλλαγέντες με τους οικισμούς καταγωγής τους.

   Παράλληλα, διοργανώνει διάφορες πολιτιστικές, καλλιτεχνικές, αθλητικές και τουριστικές εκδηλώσεις, πάντα με στόχο την ανάπτυξη σχέσεων φιλίας, αγάπης και συνεργασίας μεταξύ των λαών της Τουρκίας, της Ελλάδας και των Βαλκανίων. Καταβάλλει, επίσης, προσπάθειες για να απαλλαγούν τα μουσεία και η παιδεία από τα στοιχεία εκείνα που διαιωνίζουν τις προκαταλήψεις και την εχθρότητα, σε συνεργασία με εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς.

   Αναπόσπαστο μέρος της δράσης του Ιδρύματος, φυσικά, είναι η συλλογή κάθε είδους αρχειακού υλικού (φωτογραφίες, απομνημονεύματα, ταινίες, αφίσες, αντικείμενα κ.λπ.) που αφορά την Ανταλλαγή και μεριμνά για την αρχειοθέτηση και την προστασία του, δίνοντας πρόσβαση σε αυτά στους ερευνητές.

   Για την προώθηση των στόχων του, το Ίδρυμα εκδίδει βιβλία, φυλλάδια, επετηρίδες, δελτία, ημερολόγια κ.ά., ενώ αναλαμβάνει ή αναθέτει σε άλλους την παραγωγή ταινιών, ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών προγραμμάτων και CD, όπως τα «Η ομορφιά στη μνήμη», «Μουσικές από τις δύο όχθες του Έβρου» κ.ά..

   Μεταξύ των εκδόσεων περιλαμβάνονται η «Κοινή πολιτιστική κληρονομιά- Ας την προστατέψομε μαζί!», (Our Common Heritage - Let Us Protect It Together), τόμος στα αγγλικά που περιλαμβάνει όλο το γραπτό υλικό του προγράμματος αυτού, που χρηματοδοτήθηκε από την ΕΕ, η «Επισκόπηση Τοπωνυμίων» (παλαιά και νέα τοπωνύμια των τόπων προέλευσης προσφύγων και στις δύο χώρες), ο «Ερωτόκριτος», στην Τουρκική γλώσσα, «Το χωριό Κιβωτός, Γρεβενών», κ.ά.

   Η παραγωγή ντοκιμαντέρ και η ενθάρρυνση της παραγωγής ταινιών με θέμα την «Ανταλλαγή» αποτελεί βασικό μέλημα του Ιδρύματος. Στο πλαίσιο αυτό, το Ίδρυμα στηρίξτε την παραγωγή του ντοκιμαντέρ «Δύο Φορές Ξένος», το οποίο προβλήθηκε, την Παρασκευή, στην έναρξη του συνεδρίου «Θεσσαλονίκη, πρωτεύουσα των προσφύγων».

   Επίσης, στο πλαίσιο του προγράμματος «Διαδρομές Πολιτών», με στόχο να έρθουν σε επαφή εκπρόσωποι της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης και της ελληνορθόδοξης μειονότητας της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου, διοργανωθήκαν τρεις ημερίδες (δύο στην Κομοτηνή και μία στην Κωνσταντινούπολη). Στην Κομοτηνή πραγματοποιήθηκαν και δύο ακόμη ημερίδες, με θέμα τη «Μειονοτική Εκπαίδευση» και τη «Θρησκευτική ελευθερία», και μία ακόμη στην Κωνσταντινούπολη, με θέμα «ΜΜΕ και η κοινωνία των Πολιτών». Επίσης, έχει διοργανώσει σειρά εκθέσεων, με θέμα πάντα την Ανταλλαγή των Πληθυσμών.

   Τέλος, στην Τσατάλντζα, 50 χιλιόμετρα από την Κωνσταντινούπολη, το Ίδρυμα έχει ιδρύσει το Μουσείο «Ανταλλαγής».

   Δ. Ριμπά
http://web.ana-mpa.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.